Εκάλιασε
Εκάλιασε... που σημαίνει ταίριαξε που σημαίνει τοποθέτησε σωστά, έβαλε που σημαίνει κατάφερε.
Έλαψα, λάφτω
Έλαψα, λάψε, λάφτω... θα το βρείτε και με τη μορφή «έλαψες?» ή «τι θα λάψεις?» που σε ελέυθερη μετάφραση σημαίνει είτε έφαγες είτε ήπιες ανάλογα με το χώρο... Παρόμοια λέξη ''γκλαμουτσίαζω'' ''γκλαμουτσιασμα'' που σημαίνει έφαγες ήπιες λίγο απότομα ,λαίμαργα.
Απλογούμε , απλογήθηκε
Απλογούμε , απλογήθηκε… θα το βρείτε και με τη μορφή «του ‘κρινα αλλα δεν απλογήθηκε» που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει του μίλησα αλλά δεν μου απάντησε. Ναι καλά καταλάβατε «του ‘κρινα» σημαίνει του μίλησα.
Ζαγά-ζαγά
Σημαίνει σιγά σιγά, ύπουλα μερικές φορές
Ευτού
Σημαίνει εκεί.
Ζεματίζω: Ρίχνω κάτι για αρκετή ώρα, μέσα σε νερό που κοχλάζει.
Ζεμπερέκι (το): Στις παραδοσιακές κλειδαριές, ήταν χωριστά η κλειδαριά - κλειδωνιά, από το σύστημα που κρατούσε κλειστή την πόρτα χωρίς αυτή να είναι κλειδωμένη. Αυτός ο μηχανισμός περιελάμβανε εξωτερικά μία χειρολαβή και ένα ακόμα μεταλλικό εξάρτημα, το οποίο διαπερνούσε την πόρτα, και όταν πιεζόταν με τον αντίχειρα ανασήκωνε μία εσωτερική ασφάλεια και άνοιγε η πόρτα.
Ζεμπίλι: Μικρό δοχείο από καουτσούκ.
Ζούγλος: Ο αριστερόχειρας.
Ζουμουράω: Το πιέζω μέχρι να λιώσει.
Ζούμπερο ή ζούμπελο: Έντομο ή μικρό ζωύφιο γενικά.
Ζουπάω: Πιέζω με δύναμη.
Ζυγούρι: Το έφηβο πρόβατο.
Ζυγώνω: Πλησιάζω κάτι πολύ κοντά.
Θεμονοστάσι: Ενιαίος χώρος όπου συγκεντρώνονται τα δεμάτια τα οποία θα αλωνίσει η αλωνιστική μηχανή.
Εκάλιασε... που σημαίνει ταίριαξε που σημαίνει τοποθέτησε σωστά, έβαλε που σημαίνει κατάφερε.
Έλαψα, λάφτω
Έλαψα, λάψε, λάφτω... θα το βρείτε και με τη μορφή «έλαψες?» ή «τι θα λάψεις?» που σε ελέυθερη μετάφραση σημαίνει είτε έφαγες είτε ήπιες ανάλογα με το χώρο... Παρόμοια λέξη ''γκλαμουτσίαζω'' ''γκλαμουτσιασμα'' που σημαίνει έφαγες ήπιες λίγο απότομα ,λαίμαργα.
Απλογούμε , απλογήθηκε
Απλογούμε , απλογήθηκε… θα το βρείτε και με τη μορφή «του ‘κρινα αλλα δεν απλογήθηκε» που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει του μίλησα αλλά δεν μου απάντησε. Ναι καλά καταλάβατε «του ‘κρινα» σημαίνει του μίλησα.
Ζαγά-ζαγά
Σημαίνει σιγά σιγά, ύπουλα μερικές φορές
Ευτού
Σημαίνει εκεί.
Ζαγάρι: Το μικρόσωμο σκυλί.
Ζαλώνωμαι: Φορτώνομαι ένα βάρος.
Ζαύτι: Έλεγχος, Κουμάντο. " Πως να το κάνεις ζαύτι;"
Ζαλώνωμαι: Φορτώνομαι ένα βάρος.
Ζαύτι: Έλεγχος, Κουμάντο. " Πως να το κάνεις ζαύτι;"
Ζεματίζω: Ρίχνω κάτι για αρκετή ώρα, μέσα σε νερό που κοχλάζει.
Ζεμπερέκι (το): Στις παραδοσιακές κλειδαριές, ήταν χωριστά η κλειδαριά - κλειδωνιά, από το σύστημα που κρατούσε κλειστή την πόρτα χωρίς αυτή να είναι κλειδωμένη. Αυτός ο μηχανισμός περιελάμβανε εξωτερικά μία χειρολαβή και ένα ακόμα μεταλλικό εξάρτημα, το οποίο διαπερνούσε την πόρτα, και όταν πιεζόταν με τον αντίχειρα ανασήκωνε μία εσωτερική ασφάλεια και άνοιγε η πόρτα.
Ζεμπίλι: Μικρό δοχείο από καουτσούκ.
Ζούγλος: Ο αριστερόχειρας.
Ζουμουράω: Το πιέζω μέχρι να λιώσει.
Ζούμπερο ή ζούμπελο: Έντομο ή μικρό ζωύφιο γενικά.
Ζουπάω: Πιέζω με δύναμη.
Ζυγούρι: Το έφηβο πρόβατο.
Ζυγώνω: Πλησιάζω κάτι πολύ κοντά.
Θελώνω: Θολώνω
Θεμονοτόπι: Χώρος πλησίον του αλωνιού, περιφραγμένος από ξερολιθιά και αγριόκλαρα, για την προστασία των δεματιών μέχρι να αλωνιστούν
Θεμονοτόπι: Χώρος πλησίον του αλωνιού, περιφραγμένος από ξερολιθιά και αγριόκλαρα, για την προστασία των δεματιών μέχρι να αλωνιστούν
Θεμονοστάσι: Ενιαίος χώρος όπου συγκεντρώνονται τα δεμάτια τα οποία θα αλωνίσει η αλωνιστική μηχανή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου